Selected Courses on Digital Art-UOWM

7 Νοεμβρίου 2014

Filed under: UNCLASSIFIED 1 — admin @ 20:05
νεο stop motion animation  με foto
 μεταφορικη απεικονιση  της αυτοπροσωπογραφιας μου

5 Νοεμβρίου 2014

Animation WIP

Filed under: SELFPORTRAIT,UNCLASSIFIED 1,ΑΣΚΗΣΕΙΣ — admin @ 09:13

[youtube https://www.youtube.com/watch?v=tt3U_dFEIi0]

flowing Pb

Filed under: UNCLASSIFIED 1 — admin @ 09:12
Stop motion animation, φωτογραφία & σκίτσο.

Filed under: UNCLASSIFIED 1 — admin @ 08:59

4 Νοεμβρίου 2014

Filed under: UNCLASSIFIED 1 — admin @ 11:17
Δημιουργια stop animation  με σκιτσα .

Animation Try 1. George V. Antoniou

Filed under: UNCLASSIFIED 1 — admin @ 10:14
Animation Try 1.  George V. Antoniou
 You can find the rest of my work here and here
 

για την περιπλάνηση σας στη πόλη

Filed under: UNCLASSIFIED 1,ΑΣΚΗΣΕΙΣ,ΚΕΙΜΕΝΑ — admin @ 08:27
για την περιπλάνηση σας στη πόλη διαβάστε το υλικό από το σύνδεσμο
http://www.greekarchitects.gr/site_parts/doc_files/Psychogeography.pdf
http://www.cact.gr/uploads/files/eoflaneur-bill_psarras_teliko.pdf

Οι Καταστασιακοί και η Ψυχογεωγραφία στην Πολεοδομική αντίληψη

Posted on 19 Μαΐου, 2011 12:11 πμ από 
απο inflammatory
Το κείμενο είναι απο διάλεξη του Ewen Chardronnetστο φεστιβάλ “Τέχνη και Επικοινωνία: αρχιτεκτονική των μέσων” που πραγματοποιήθηκε το Μάϊο του 2003. Η μετάφραση του Μάνου Κορνελάκη και το blog όπου αλιεύτηκε, Reconstruction
Το τέλος της δεκαετίας του ’50 και αρχές ’60 ήταν μια περίοδος επιτάχυνσης της αστικοποίησης των Ευρωπαϊκών και άλλων πόλεων. Στο Παρίσι, έχουμε αυτή την εποχή ένα φαινόμενο που οι πολιτικοί και οι πολεοδόμοι αποκάλεσαν “νέες πόλεις”. Το Παρίσι εξαπλωνόταν με εκρηκτικό τρόπο πέραν του “περιφερειακού” του δρόμου και δημιουργήθηκαν πόλεις όπως η Sarcelles που βασίστηκαν σε εντελώς νέα μοντέλα αστικοποίησης. Υπήρχε δε έντονα η αίσθηση ότι οι πόλεις έχαναν τις ανθρώπινες διαστάσεις τους.
Θα προσπαθήσω κατ’ αρχήν να δείξω πως η επιτάχυνση του εκμοντερνισμού της αστικής κοινωνίας επηρέασε τις τακτικές της Καταστασιακής Διεθνούς, που ως εμπροσθοφυλακή επικεντρωνόταν σε θέματα όπως η ομογενοποίηση της κοινωνίας μέσα από την αστικοποίηση, τα μαζικά μέσα επικοινωνίαςκαι η διχοτομία ανάμεσα στην εργασία και την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Θα εστιάσω ειδικά στην Ενιαία Πολεοδομική αντίληψη (Unitary Urbanism) και τα τέσσερα χρόνια έντονης δραστηριότητας (’58-’61) που κορυφώνεται με την εγκατάλειψη αυτών των θεωριών. Κατόπιν, θα συζητήσουμε σημερινές πρωτοβουλίες που χρησιμοποιούν τακτικά μέσα στους δρόμους και πως αυτά συνδέονται με μια νέα άνθηση της ψυχογεωγραφίας και την ανάγκη διεκδίκησης του δημόσιου χώρου.
Η Καταστασιακή Διεθνής γεννήθηκε το 1957 από την Διεθνή Λετριστική, το Φαντασιακό Μπάουχαους και την Ψυχογεωγραφική Επιτροπή Λονδίνου, ορίζοντας καινούργια πεδία ενδιαφέροντος κι ένα επαναστατικό πρόγραμμα που επικεντρωνόταν στον “εκτοπισμό (της συμβατικής τέχνης) και την πραγμάτωση της τέχνης μέσα στη ζωή” και επίσης σε αυτό που ονόμαζαν “δόμηση καταστάσεων“. Όπως τόσες άλλες αβάν-γκαρντ, ήθελαν να πετύχουν μια άνθηση της δημιουργικότητας μέσα στην κοινωνία.
Ιδέες κλειδί για τη θεμελίωση της κίνησης της Καταστασιακής Διεθνούς ήταν η Ψυχογεωγραφία, οικατασκευασμένες Καταστάσεις και η Ενιαία αντίληψη περί Πολεοδομίας. Το 1958, στο πρώτο τεύχος του δελτίου που εκδόθηκε από την Καταστασιακή Διεθνή υπό την διεύθυνση του Guy Debord, δίδονται οι ακόλουθοι ορισμοί:
κατασκευασμένη κατάσταση
Στιγμή ζωής, δομημένη συγκεκριμένα και σκόπιμα από τη συλλογική οργάνωση ενός ενιαίου κλίματος, μαζί με ένα παιχνίδι γεγονότων.
ψυχογεωγραφία
Η μελέτη των εξειδικευμένων επιπτώσεων του γεωγραφικού περιβάλλοντος (είτε είναι συνειδητά οργανωμένο είτε όχι) επί των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς των ατόμων.
ενιαία πολεοδομία
Η θεωρία της συνδυασμένης χρήσης τέχνης και τεχνικής, ως μέσα που συνεισφέρουν στην δόμηση ενός ενιαίου περιβάλλοντος διαβίωσης, σε δυναμική σχέση με πειράματα συμπεριφοράς. “
Αυτές οι θεμελιακές έννοιες αναπτύχθηκαν για μερικά χρόνια από τα ιδρυτικά μέλη όπως ήταν ο Jornκαι ο Debord και τις αναπαρήγαγε το περιοδικό των Γάλλων Λετριστών Potlatch. Θα σας διαβάσω ένα απόσπασμα από το κείμενο του Asger Jorn “Μορφή και Εικόνα” που δημοσιεύθηκε το 1954 στο Potlatch, τεύχος 15.
“Η αρχιτεκτονική είναι πάντα η απώτατη πραγμάτωση κάθε νοητικής και καλλιτεχνικής εξέλιξης. Η υλοποίηση ενός οικονομικού/κοινωνικού κεκτημένου. Η αρχιτεκτονική είναι η κορύφωση κάθε καλλιτεχνικής παραγωγής, γιατί προσδιορίζει τη σύνθεση μιας ατμόσφαιρας και παγιώνει τρόπους ζωής.” Ενα άλλο θεμελιακό κείμενο με τίτλο “Συνταγές για μια Νέα Πολεοδομία” γραμμένο το 1953 από τον Gilles Ivain, ψευδώνυμο του Ivan Chtcheglov, δημοσιεύθηκε το 1958 στο πρώτο τεύχος του περιοδικού της Καταστασιακής Διεθνούς. “Η αυριανή αρχιτεκτονική θα είναι ένα μέσο τροποποίησης των τρεχουσών αντιλήψεων περί χώρου και χρόνου. Ενα μέσο για την απόκτηση γνώσης κι ένα μέσο δράσης.”
“Εχουμε ήδη επισημάνει την ανάγκη δόμησης καταστάσεων ως μια θεμελιώδη επιθυμία που θα αποτελέσει την βάση ενός επερχόμενου πολιτισμού. Η ανάγκη της απόλυτης δημιουργίας συνδεόταν πάντοτε βαθιά με την ανάγκη για παιγνιώδη εμπλοκή με την αρχιτεκτονική, τον χρόνο, το χώρο.” Οι περισσότεροι από όσους συμμετείχαν στην ίδρυση της ΚΔ (καταστασιακής διεθνούς) είχαν ήδη αποκλειστεί όταν εκδόθηκε το πρώτο συγκεντρωτικό δελτίο με τις θέσεις τους. Οι Olmo, Verrone και Simondo εκδιώχθηκαν μετά από σύγκρουση σε σχέση με κάποιο κείμενο για την Πειραματική Μουσική, που ο Debord χαρακτήρισε ‘δεξιάς πολιτικής σύλληψης’. Ο Rumney που δημιούργησε την Ψυχογεωγραφική Επιτροπή Λονδίνου κατά την ανακοίνωση ίδρυσης της ΚΔ, εκδιώχθηκε λίγο μετά επειδή θεωρήθηκε πως είχε αποτύχει να συντάξει έγκαιρα μια ψυχογεωγραφική αναφορά στη Βενετία. Η ειρωνία είναι πως είχε προλάβει να ταχυδρομήσει το δοκίμιό του δυο μέρες πριν πληροφορηθεί τι είχαν αποφασίσει στο Παρίσι.
Τον Δεκέμβριο του 1958, οι Constant και Debord έγραψαν την Διακήρυξη του Αμστερνταμ για να ετοιμάσουν την τρίτη σύνοδο της ΚΔ και η οποία δημοσιεύθηκε στο δεύτερο επίσημο δελτίο της κίνησης. Σε αυτό το τεύχος περιέχεται και η διάσημη “θεωρία της περιπλάνησης/dérive“. Σας διαβάζω μερικά αποσπάσματα από το μανιφέστο που αφορούν στην Ενιαία Πολεοδομία.
“4. Το ελάχιστο πρόγραμμα της Καταστασιακής Διεθνούς μπορεί να συνοψιστεί στην ανάπτυξη συνολικών σκηνογραφιών, που θα επεκτείνονται στην κατεύθυνση μιας ενιαίας πολεοδομίας και στην έρευνα νέων σχημάτων συμπεριφοράς σε σχέση με αυτά τα περιβάλλοντα.
6. Οι λύσεις για προβλήματα στέγασης, κίνησης και διάθεσης του ελεύθερου χρόνου, μπορούν να προκύψουν μόνο σε σχέση με κοινωνικές, ψυχολογικές και καλλιτεχνικές προοπτικές που θα συνδυαστούν ώστε να προκύψει μια σύνθετη υποθετική πρόταση στο επίπεδο της καθημερινότητας.
9. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα, αρκεί να εξυπηρετούν μιαν ενιαία δράση. Ο συντονισμός των καλλιτεχνικών και των επιστημονικών μέσων πρέπει να οδηγεί στην πλήρη συγχώνευσή τους.”
Η Γερμανική ομάδα Spur, την οποία ο Jorn συνάντησε το 1958, προσχώρησε στην ΚΔ κι έγινε το Γερμανικό τμήμα της. Μαζί με τον Constant -πρώην COBRA (πειραματική ομάδα, CΟpenhagen / BRussels / Amsterdam), η ομάδα αυτή επεξεργάστηκε δυο κεντρικές έννοιες του καταστασιακού προγράμματος, τις έννοιες του παιχνιδιού και της ηδονής.
Στο Άμστερνταμ δημιουργήθηκε το Γραφείο Ενιαίας Πολεοδομίας υπό την εποπτεία του Constant και κυρίως με τη συμμετοχή του Ολλανδικού τμήματος της διεθνούς. Στη σύνθεσή του περιλάμβανε μια ομάδα καλλιτεχνών, αρχιτέκτονες και κοινωνιολόγους, οι δε έρευνές τους κινήθηκαν στην κατεύθυνση κατασκευής σκηνογραφιών/καταστάσεων με ενιαία ατμόσφαιρα.
Η ιδέα των καταστασιακών περί ψυχογεωγραφίας (κάτι που σχετίζεται και με τα πειράματα του Constant από το ’53) ήταν πως στην πόλη μπορούσε κανείς να δημιουργήσει νέες καταστάσεις, συνδέοντας για παράδειγμα απομακρυσμένες γειτονιές. Το έκαναν αρχικά στο Αμστερνταμ, χρησιμοποιώντας walkie-talkie. Υπήρχε μια ομάδα που πήγε στο ένα μέρος της πόλης και μπορούσαν να επικοινωνήσουν με ανθρώπους που βρίσκονταν σε μια άλλη περιοχή.
Στο τρίτο τεύχος του δελτίου τους που δημοσιοποιήθηκε το 1959, το κομμάτι με τίτλο “Ενιαία Πολεοδομία στα τέλη της δεκαετίας του ’50” επιβεβαίωσε ότι η Ενιαία Πολεοδομία ήταν μια από τις προτεραιότητες της ΚΔ και ότι επίσης η ενιαία πολεοδομία δεν ήταν κάποιο σύστημα αστικής ανάπτυξης αλλά μιακριτική της αστικής ανάπτυξης. “Η Ενιαία Πολεοδομία αντιτίθεται στην ακινητοποίηση των πόλεων μέσα στο χρόνο και κηρύσσει τον διαρκή μετασχηματισμό τους, μια επιταχυνόμενη κίνησηεγκατάλειψης και ανοικοδόμησης της πόλης με όρους χρονικότητας, αλλά περιστασιακά και χωρικότητας. “Η Ενιαία Πολεοδομία αντιστρατεύεται και την δεσμευτική χωροθέτηση ή τακτοποίηση των ανθρώπων σε συγκεκριμένες αστικές περιοχές.”
Το δελτίο αναφέρεται και στην 3η σύνοδο της διεθνούς που έλαβε χώρα στο Μόναχο. Εκεί προέκυψαν αποκλίσεις ανάμεσα στον Debord και τον Constant ως προς την Ενιαία Πολεοδομία. Ο Debord επέμεινε πως επρόκειτο απλά για ένα εργαλείο και μίλησε για μια επαναστατική δημιουργικότητα πέρα από την υπαρκτή κουλτούρα. Ο Constant επέμεινε στον κεντρικό ρόλο της Ενιαίας Πολεοδομίας σαν εναλλακτικό μέσο απελευθερωμένης δημιουργίας και δεν έβλεπε σε αυτήν τις προϋποθέσεις για μια κοινωνική επανάσταση. Επεκτάθηκε μάλιστα στο κείμενο “μια άλλη πόλη για μια άλλη ζωή” σε περιγραφές ουτοπικών πόλεων και αρχιτεκτονικής. Η στάση του έμελλε να εισάγει διαχωριστικές γραμμές στους στόχους της ΚΔ.
Ενα χρόνο μετά την τρίτη σύνοδο, δεν είχε ακόμη λυθεί το πρόβλημα με την Ενιαία Πολεοδομία. Ο Constant παραιτήθηκε και το Γραφείο για την Ενιαία Πολεοδομία μεταφέρθηκε στις Βρυξέλλες υπό την διεύθυνση του Attila Kotányi. Στo κείμενo “Σφηγκοφωλιά συμμοριών και φιλοσοφία” (Gangland and philosophy) που δημοσιεύθηκε το 1960 στο τέταρτο τεύχος, ο Attila Kotányi ασκεί κριτική σε κάποιες πλευρές της Ενιαίας Πολεοδομίας και σε προσδιορισμούς του Debord καθώς και στο κείμενό του “Δόμηση Καταστάσεων“. Εντοπίζει αντιφάσεις στον Debord: “Η συνολική τέχνη που έχει συζητηθεί τόσο πολύ, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στο επίπεδο της αστικοποίησης”. Κατά τη γνώμη του αυτή ακριβώς ήταν και η περιοριστική συνθήκη της ΚΔ εκείνη την εποχή. Στην αργκό των συμμοριών του Σικάγο, gangland σήμαινε περιοχή εγκλήματος και διακίνησης παράνομου χρήματος. Ο Attila Kotányi προτείνει την επανεξέταση της καθιερωμένης γλώσσας και προπαγάνδας:
“Θα έπρεπε να αναπτύξουμε ένα μικρό γλωσσάρι αντεστραμμένων όρων. Προτείνω να λέμε συχνά Gangland/σφηγκοφωλιά συμμοριών αντί για “γειτονιά”. Να λέμε προστασία αντί για “κοινωνική οργάνωση”. Κοινωνία = βρώμικο χρήμα. Κουλτούρα = εθισμός. Διασκέδαση στον ελεύθερο χρόνο = νόμιμη εγκληματικότητα. Εκπαίδευση = προκατάληψη.
Η συστηματική νόθευση των βασικών πληροφοριών – για παράδειγμα από την εξιδανικευμένη αντίληψη του χώρου.. δεινή έκφραση της οποίας αποτελεί η συμβατική χαρτογραφία – είναι μια από τις κύριες εφεδρείες στην εκστρατεία του μεγάλου ψέμματος που τα εγκληματικά συμφέροντα επιβάλλουν σε όλη τη σφηγκοφωλιά του κοινωνικού χώρου. Αν μας επιτρεπόταν να καταγράψουμε μέσω συστηματικής έρευνας όλο τον κύκλο της κοινωνικής ζωής κάποιου συγκεκριμένου τομέα της πόλης για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, θα αποκομίζαμε πιθανά μια ακριβή διατομική εικόνα του βομβαρδισμού πληροφοριών που υφίστανται οι σημερινοί αστικοί πληθυσμοί.”
Μετά το 1960 υπήρξε η μεγάλη κινητικότητα στην αστικοποίηση. Οι Κασταστασιακοί εγκατέλειψαν την θεωρία της Ενιαίας Πολεοδομίας, εφόσον αυτή είχε συγκεκριμένο νόημα μόνο στην περίπτωση ιστορικών πόλεων όπως το Αμστερνταμ. Από τη στιγμή που η κάθε ιστορική πόλη παρουσίαζε εκρηκτική ανάπτυξη στην περιφέρεια και τα προάστεια -όπως συνέβη στο Παρίσι κι ένα σωρό άλλα μέρη… το Λος Άντζελες, το Σικάγο, που άρχισαν να επεκτείνονται ανεξέλεγκτα- η θεωρία της Ενιαίας Πολεοδομίας έχασε το νόημά της. Ο Guy Debord είπε πως η αστική ανάπτυξη εξελισσόταν σε ιδεολογία και ότι οι άνθρωποι υπέκυπταν όλο και πιο πολύ στη γοητεία της. Ανάμεσα στην ιδέα για την επεξεργασία μιας θέσης για την αστική ανάπτυξη και τη θέση πως η αστική ανάπτυξη συνολικά είναι ιδεολογία, παρατηρούμε μια σημαντική μετατόπιση. Ακόμη και η dérive (η καταστασιακή περιπλάνηση), μαζί με τα σχετικά πειράματα, εγκαταλείφθηκαν περίπου εκείνη την εποχή.
Η σταδιακή ριζοσπαστικοποίηση του Γαλλικού τμήματος της διεθνούς οδήγησε βαθμιαία στη διαίρεση. Η κατάσταση φάνηκε να επιβαρύνεται με την παραίτηση του Jorn. Αποχώρησε τον Απρίλιο του 1961, ενώ η επιτυχία του στο εμπορικό καλλιτεχνικό στερέωμα ήταν τόσο μεγάλη που έκανε κατ’αναλογία τη θέση του στην ομάδα των καταστασιακών ιδιαίτερα άβολη.
Στο τεύχος 6, το θεωρητικό πρόβλημα της αστικής ανάπτυξης πήρε ακόμη πιο κεντρική θέση, παρά την σύγχρονη δημοσίευση ενός ειδικού δελτίου για την Ενιαία Πολεοδομία στο περιοδικό Spur. Ο νεοαφιχθείς στην Καταστασιακή Διεθνή Raoul Vaneigem ήταν μέλος του Γραφείου της Ενιαίας Πολεοδομίας μαζί με τον Attila Kotányi. Υπέγραψαν ένα “βασικό πρόγραμμα του Γραφείου της Ενιαίας Πολεοδομίας” αποκηρύσσοντας την Αστικοποίηση και το Θέαμα. Η ανάπτυξη του αστικού σκηνικού ήταν εν τέλει συνώνυμη με την τιθάσευση του χώρου από τον καπιταλισμό:
Ο σύγχρονος καπιταλισμός που οργανώνει την υποβίβαση όλης της κοινωνικής ζωής στο επίπεδο του θεάματος, δεν είναι ικανός να παρουσιάσει άλλο πέραν του θεάματος της αλλοτρίωσής μας. Οι πόλεις που ονειρεύεται είναι το αριστούργημά του.
Ο Vaneigem έπαιξε δύο τακτικούς ρόλους – θα έλεγα για να αποτελειώσει τη λεγόμενη Ενιαία Πολεοδομία – έναν μέσα στο Γραφείο της Ενιαίας Πολεοδομίας και ένα παρέα με τον Δανό Martin που σημάδεψε την απομάκρυνση από τις καλλιτεχνικές πρακτικές της ενιαίας αντίληψης περί αστικής ανάπτυξης. Στο ίδιο τεύχος του δελτίου γράφει τα “σχόλια κατά της αστικοποίησης” υποστηρίζοντας για παράδειγμα πως “η αστικοποίηση και η πληροφορία συνδέονται στις καπιταλιστικές και τις αντικαπιταλιστικές κοινωνίες: οργανώνουν τη σιωπή.”
Κατά την έναρξη της 5ης συνόδου που έγινε στο Γκέτενμπορ της Σουηδίας στα τέλη Αυγούστου 1961, ο Vaneigem ανακοίνωσε τα εξής: “δεν υπάρχει κάτι που να λέγεται καταστασιακή σχολή ή καταστασιακό έργο τέχνης.. πρόκειται για πιθανολογίες δίχως νόημα εφ’όσον δεν συνδέονται άμεσα με κάποιες επαναστατικές πρακτικές και με την θέληση η ζωή να αξιοποιείται διαφορετικά. […] Βρισκόμαστε ανάμεσα σε δυο κόσμους : έναν που δεν υπάρχει κι έναν που δεν αποδεχόμαστε.”
Η θέση της Γερμανικής ομάδας ‘Spur’ (που υποστηριζόταν από την πλειοψηφία των Σκανδιναβών) πάνω σε θέματα τέχνης κι επανάστασης ήταν αρκετά διαφορετική από του Vaneigem και των φίλων του. Οπως είχε φανεί και στην προηγούμενη γενική σύνοδο, η ομάδα αυτή πίστευε πως οι εργάτες δεν ήταν αρκετά δυσαρεστημένοι για να διαθέτουν το οποιοδήποτε επαναστατικό δυναμικό. Επίσης, διέφεραν και στο θέμα της “πραγμάτωσης της τέχνης δια του εκτοπισμού” που είχε αναπτύξει ο Ντεμπόρ. Η σύνοδος υιοθέτησε ένα ψήφισμα με εισήγηση του Attila Kotányi που πρότεινε να χαρακτηριστούν όλες οι καλλιτεχνικές δημιουργίες από μέλη της Καταστασιακής Διεθνούς ως έργα “αντι-καταστασιακά”. Ομως, η σύνοδος τελείωσε και παρέμειναν οι αντιφάσεις. Εξ μήνες αργότερα, ολόκληρο το Spur αποπέμφθηκε από την Κεντρική Επιτροπή. Τον Μάρτιο 1962, αποσχίστηκε η Σκανδιναβική ομάδα από την ΚΔ και ανακοίνωσε την ίδρυση μιας δεύτερης Καταστασιακής Διεθνούς γύρω από τον Nash (το νεότερο αδελφό του Jorn).
Με την επίθεση των Vaneigem και Martin ενάντια στους Νασιστές (τους υποστηρικτές του Nash) και τη ρήξη με τις θεμελιακές θεωρίες πάνω στην αστικοποίηση και την ψυχογεωγραφία, φτάνουμε τροποντινά και στο τέλος της Ενιαίας Πολεοδομίας και της Ψυχογεωγραφίας στο πλαίσιο της Καταστασιακής Διεθνούς. Συν τω χρόνω, εγκαταλείφθηκε και αυτή η θεωρία των καταστάσεων. Η περιοδική έκδοση έγινε πολιτικό όργανο. Εκτόξευαν δε προσβολές σε κάθε κατεύθυνση. Ο μόνος πρώην καταστασιακός που δεν εισέπραξε τα βέλη του Debord ήταν ο Jorn.
Το 1963, σε μια έκθεση στη Δανία, ο Martin παρουσίασε ένα έργο που το έλεγε “η καταστροφή των RSG 6“, παράλληλα με μια διαδήλωση ενάντια σε ένα πυρηνικό καταφύγιο στο Ενωμένο Βασίλειο. Στην έκθεση, ο Μάρτιν έδειξε θερμοπυρηνικούς χάρτες που απεικόνιζαν την Ευρώπη 4μιση ώρες μετά την έναρξη ενός τέτοιου πολέμου. Κάτι που φέρνει στο νου τις τακτικές του Γραφείου Μελετών..
Μερικούς μήνες μετά, ο Attila Kotányi αποκλείστηκε γιατί είχε ζητήσει τον ριζικό επαναπροσανατολισμό της θεωρίας. Αποπέμφθηκε με κατηγορίες για τάσεις προς τον μυστικισμό.
Εν είδει ανακεφαλαίωσης θα μπορούσα τώρα να πω την προσωπική μου γνώμη.
Νομίζω πως το 1961, η ριζοσπαστικοποίηση του Γαλλικού τμήματος και η ρήξη της Καταστασιακής Διεθνούς επήλθαν με άξονα την αίσθηση πως οι πρωταρχικοί στόχοι της Ψυχογεωγραφίας γλυστρούσαν προς μια σειρά ψυχογεωγραφικών “παιχνιδιών” και η ίδια είχε παύσει να είναι εργαλείο κοινωνικών κινημάτων. Κάτι που βλέπουμε και στις σημερινές τεχνολογικές εφαρμογές όπως GPS, κινητά τηλέφωνα, ασύρματα δίκτυα.. που παραμένουν πρακτικά στη σφαίρα της διασκέδασης αντί να χρησιμοποιούνται για κοινωνικές δράσεις. Η χρησιμοποίηση ενός συνδυασμού GPS και κινητής τηλεφωνίας για να εντοπίζεις τους φίλους σου στην πόλη, όπως προτείνει το Yahoo (και άλλες πλατφόρμες) σαν μια “φιλική” χρήση των τεχνολογιών αστυνόμευσης, είναι μια διφορούμενη πρακτική. Δεν μπορείς να γνωρίζεις αν τα στοιχεία σου είναι ασφαλή ή αν παρακολουθείται η λεγόμενη “φιλική” παρακολούθηση. Αντίθετα, θα ήταν καλή ιδέα να αναπτυχθούν πρωτότυπα νέα κινητά τηλέφωνα για εναλλακτική χρήση π.χ. σε πορείες διαμαρτυρίας.
Ηθελα επ’ευκαιρία να περιγράψω και το σύστημα “Acropol” που ανέπτυξε η εταιρία EADS, ένα νέο σύστημα ψηφιακού ραδιοφώνου που εισήχθη το 2001 για να αντικαταστήσει τους παλιούς ασυρμάτους UHF/VHF της αστυνομίας στο Παρίσι.
Πρόκειται για ένα σύστημα κόμβων μέσα στην πόλη, το οποίο όμως δεν ήταν τέλειο, δεν είχε σήμα σε υπόγεια περάσματα, παρ’όλ’αυτά όμως όλη η πόλη σύντομα θα είναι πλήρως εξοπλισμένη και το σύστημα είναι κρυπτογραφικό σε τέτοιο βαθμό που οι ακτιβιστές των ραδιοκυμάτων και οι κάθε είδους ριζοσπάστες δεν θα μπορούν να κρυφακούουν τις επικοινωνίες της αστυνομίας. Θα πρέπει λοιπόν να ψάξουν για νέες μεθόδους..
Οσον αφορά τις τακτικές για την οργάνωση μιας διαδήλωσης και την επιλογή της διαδρομής, είναι απαραίτητο να γνωρίζει κανείς πολύ καλά τις ψυχογεωγραφικές παραμέτρους της πόλης. Στο Παρίσι είναι αλλιώς να ξεκινάς τη διαδήλωσή σου από το Invalides (που παραθέτει στον θάνατο του Ναπολέοντα) με κατεύθυνση Saint Michel (περιοχή σύμβολο του ’68) ή να φύγεις από την Βαστίλλη (η πλατεία αυτή συμβολίζει την επανάσταση) για την πλατεία Nation (σύμβολο αντίστασης στους Γερμανούς επιδρομείς ανά τους αιώνες, καθώς βρίσκεται στα ανατολικά του Παρισιού όπου κατέφθαναν συνήθως οι εισβολείς σε όλους τους πολέμους). Υπάρχουν συγκεκριμένες επιλογές τοποθεσιών που εντασσόμενες σε μια διαδρομή διαμαρτυρίας θα μπορούσαν να ερεθίσουν τους διαδηλωτές μέχρι εκτροπής.
Νομίζω ακόμη πως η ψυχογεωγραφία είναι ένα εργαλείο για τη μελέτη του καπιταλισμού, τη μελέτη της ιστορίας, των σχέσεων αποκρυφισμού και πολιτικής, καθώς και για την αστική ανάπτυξη. Δεν είναι απαραίτητη η τεχνολογία, στο βαθμό που πρόκειται και για μια ατομική διαδικασία περιπλάνησης που σου δίνει τη δυνατότητα να μάθεις περισσότερα για την προσωπική σου σχέση με την πόλη και την ιστορία.
Η ψυχογεωγραφία χρησιμοποιήθηκε από την ομάδα AAA σαν στρατηγική εξόδου. Δεν ήταν καθόλου άσχημη ευκαιρία για να συγκεντρωθούμε. Η Διαγαλαξιακή σύνοδος της ΑΑΑ στην Μπολόνια το 1998 κατέστρωσε ένα πρόγραμμα εξερεύνησης των δώδεκα πυλών στην περίμετρο του ιστορικού κέντρου της πόλης, που είναι αφιερωμένα στα δώδεκα ζώδια. Κατά τη σύνοδο, η ΑΑΑ του Ανατολικού Λονδίνου κάλεσε τους Αυτόνομους Αστροναύτες να ακολουθήσουν το μονοπάτι του Giordano Bruno στο Λονδίνο, υπό τον τίτλο “διεκδικούμε ξανά τα άστρα” (reclaim the stars). Ο συγγραφέας του έργου η Αποπομπή του Κτήνους που Θριαμβεύειπαραδόθηκε στην πυρά στη Ρώμη το 1600 για αιρετικές απόψεις και αφού είχε διακηρύξει την πολυσυλλεκτικότητα του ζωντανού κόσμου και ως εκ τούτου ετράπη σε φυγή διωκόμενος από τη μια έως την άλλη άκρη της Ευρώπης. Η πρωτοβουλία “Διεκδικούμε ξανά τα Αστρα ” της ΑΑΑ ήταν ένα από τα ψυχογεωγραφικά γεγονότα μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της κίνησης “Διεκδικούμε ξανά του Δρόμους”(reclaim the streets). Η ευρύτερη πλατφόρμα διήρκεσε 18 ημέρες με δράσεις ενάντια στο οικονομικό κέντρο, στο Σίτι του Λονδίνου (οι δράσεις αναφέρονται συνήθως ως Ιούνιος-18) και σ’αυτά περιλαμβάνεται και το φεστιβάλ της κίνησης ΑΑΑ “Διάστημα 1999″.
Το 1999, η ομάδα της Νέας Ζηλανδίας (ΑΑΑ-Aotearoa) διηγήθηκε την ιστορία της απογείωσης ενός αερόστατου με θερμό αέρα στο Garden Place of Hamilton (NZ). Ηταν μια παράσταση θεάτρου δρόμου ενάντια στις δοκιμές του Αμερικανικού αμυντικού προγράμματος βαλιστικών πυραύλων (BMD) στον Ειρηνικό. Στο τέλος, ακολούθησαν όλοι το αερόστατο μέχρι που χάθηκε.
Το Ολλανδικό τμήμα των αυτόνομων αστροναυτών λέγεται Jungle AAA και το παγκόσμιο project που αναπτύσσουν είναι το Social Fiction , το οποίο περιλαμβάνει και έργα “Γενετικής Ψυχογεωγραφίας” (generative psychogeography).
Ενας άλλος πιθανός ορισμός της ψυχογεωγραφίας θα μπορούσε να είναι ότι πρόκειται για μια δραστηριότητα που προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει πώς η γνωσιακή εικόνα που διατηρούμε για ένα τόπο έχει διαμορφωθεί από τον σχεδιασμό του χώρου, επιχειρώντας την επανασύνδεση της εικόνας με την πραγματικότητα, μέσα από την εξερεύνηση του χώρου με μη συμβατικούς τρόπους.
Παρατηρείται ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός ψυχογεωγραφικών ομάδων ανά τον κόσμο όπως η Ψυχογεωγραφική Μονάδα του Nottingham, ο ψυχογεωγραφικός σύνδεσμος του Ontario, ο ψυχογεωγραφικός σύνδεσμος Νέας Υόρκης, ο ψυχογεωγραφικός σύνδεσμος Λονδίνου (LPA). To ’92, η τελευταία οργάνωση επανέφερε στη ζωή την Ψυχογεωγραφική Επιτροπή Λονδίνου δημοσιεύοντας ένα μεγάλο αριθμό ενημερωτικών επιστολών και ψυχογεωγραφικών εξερευνήσεων μέσα στην πρωτεύουσα. Μπορώ επίσης να αναφέρω τον Ψυχογεωγραφικό Σύνδεσμο Ποδηλατών. Οι άξονες που τους ενδιαφέρουν είναι η Αστική ανάπτυξη, η ιστορία, τα κοινωνικά κινήματα, οι χώροι ιστορικής σημασίας, χώροι αποκρυφισμού, χώροι οικονομικής δραστηριότητας και οι περιοχές προσωρινής παραμονής/κόμβοι μετακίνησης.
Αν και οι ψυχογεωγράφοι διαφοροποιούνται από την Αστική Εξερεύνηση δεδομένου ότι η τεχνική τους είναι λιγότερο πολιτική και περισσότερο παιγνιώδης, νομίζω πως οι τεχνικές καλυμμένης διείσδυσης γίνονται όλο και πιο επίκαιρες, σε κοινωνίες ολικού ελέγχου όπως αυτές που ζούμε. Θα δώσω λίγα παραδείγματα :
Infiltration
Είναι μια Καναδική ομάδα που διατηρεί σελίδες στο διαδίκτυο και δημοσιεύουν κι ένα περιοδικό που λέγεται “Going places you’re not supposed to go”. Περιγράφουν τους εαυτούς τους σαν κάποιου είδους “φορέα εσωτερικού τουρισμού που επιτρέπει στους ανθρώπους με περιέργεια να ανακαλύψουν παρασκηνιακά τοπία”.
Η ομάδα δημοσιεύει επιφυλλίδες, συμβουλές για εξερευνήσεις, πληροφορίες, άρθρα για πρόσφατες αποστολές και συνεντεύξεις. Ολα αυτά διανθίζονται με χάρτες, εικόνες και διαγράμματα. Το τεύχος 19, Σεπτέμβριος ’02 με τίτλο ” Οίκοι Αγιότητας ” σκανάρει κάθε σπιθαμή εδάφους στα άδυτα και μυστικά μέρη των εκκλησιών.
Jinx Project
Αυτό είναι το περιοδικό της Παγκόσμιας Αστικής Περιπέτειας. Δημοσιεύουν αναφορές σε αστικές εξερευνήσεις και διεθνείς αποστολές, μαζί με συλλογές υλικού από Φίλους και Εχθρούς. Το περιοδικό εκδίδεται σε μη τακτά διαστήματα, από το ’97. Υπάρχει στο διαδίκτυο από το 2001. Το Jinx Project (όπως λένε στις σελίδες τους) είναι μια παγκόσμια οργάνωση διαχείρισης πληροφοριών που δεν ελέγχεται από κυβερνήσεις αλλά δεσμεύεται μόνο από την εμμονή για την υπεράσπιση της ελευθερίας ενάντια σε κάθε επιβουλή..
Θα τελειώσω με την ομάδα
Warchalking
Ετσι ονομάζεται η πρακτική της χάραξης μιας σειράς συμβόλων σε πεζοδρόμια και τοίχους ώστε να δείχνεις σε ποιά σημεία υπάρχει ασύρματη πρόσβαση στο διαδίκτυο. Κατ’αυτό τον τρόπο, άλλοι χρήστες μπορούν να ανοίξουν τους φορητούς υπολογιστές και να αξιοποιήσουν τη δυνατότητα σύνδεσης. Η έμπνευση σχετίζεται με τους Χόμπο (αυτούς τους περιπλανώμενους άστεγους και απόκληρους μιας κοινωνίας που είχε υποστεί οικονομικό κραχ και βρισκόταν σε ύφεση) και οι οποίοι συνήθιζαν να κάνουν σημάδια με κιμωλία για να θυμώνται ποια σπίτια ήταν φιλικά στους ζητιάνους. Η πρώτη απόπειρα χρήσης τέτοιων συμβόλων κατέληξε σε τρία είδη: δυο ημικύκλια πλάτη με πλάτη για να δείχνουν ανοιχτούς κόμβους, ένας κύκλος που δείχνει κλειστούς κόμβους και τέλος, ένας κύκλος με το γράμμα W για να δείχνει κρυπτογραφημένους κόμβους WEP (Wireless Equivalent Privacy, ένα πρωτόκολλο ασφαλείας) στους οποίους το κοινό δεν μπορεί λογικά να καταφέρει να έχει πρόσβαση. Κάθε σύμβολο έχει πάνω-πάνω κι ένα κωδικό πρόσβασης στον κόμβο (SSID, service set identifier), που συνήθως αποσπάται εύκολα με διάφορα λογισμικά που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο.

30 Οκτωβρίου 2014

Filed under: UNCLASSIFIED 1 — admin @ 19:18

29 Οκτωβρίου 2014

ΑΣΚΗΣΗ 1η ——-Ο ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΤΩΝ SELFIES

Filed under: UNCLASSIFIED 1,ΑΣΚΗΣΕΙΣ — admin @ 10:34

ΑΣΚΗΣΗ 1η      —-Ο ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΤΩΝ SELFIES

Η προσωπικότητα σας περιγράφεται έμμεσα μέσα από μια σειρά δραστηριοτήτων που αναπτύσσεται καθημερινά (τις ασχολίες σας ,τα ενδιαφέροντα σας, τα όνειρα σας, κ.λπ. ) αλλά και τα αντικείμενα, τους χώρους κ.λπ. που σχετίζονται με αυτές .  Δημιουργήστε μια σειρά από σκίτσα με θεματικές και οπτικές συνέχειες που να αναπαριστούν άμεσα τον εαυτό σας (δεν ζητούνται πορτρέτα)   και που μπορούν να μας δώσουν έμμεσα την αυτοπροσωπογραφία σας. Συλλέξετε μια σειρά από ήχους αλλά και video που επίσης αφορούν την προσωπικότητα σας και τις καθημερινές δραστηριότητες σας σε επιλεγμένους χώρους. Μέσα από την επεξεργασία και σύνθεση του υλικού σας με κατάλληλο τρόπο να δημιουργήσετε ένα video διάρκειας έως 2 λεπτά που να αφορά τη θεματική σας.

1 στάδιο παρουσίαση storyboard

2 στάδιο παρουσίαση υλικού και σχεδίων

3 στάδιο επεξεργασία ηχητικού και οπτικού υλικού

4 στάδιο παραγωγή video

Παράδοση : Τελευταία εβδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα.

Βοηθητικά   http://medianalysis.net/2014/08/07/selfies-2/

Ο ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΤΩΝ SELFIES

 

Στις ημέρες μας όλοι πλέον «αυτοφωτογραφίζονται» και αναρτούν τις φωτογραφίες τους στις ιστοσελίδες τους είτε είναι πλανητάρχες, πρόεδροι ή πρωθυπουργοί, πολιτευτές ή διασημότητες, απλοί άνθρωποι, ακόμη και τα κατοικίδιά τους. Ο όρος «selfie» ανακηρύχθηκε η λέξη της χρονιάς το 2013 από το αγγλικό λεξικό της Οξφόρδης και ορίζεται ως «μια φωτογραφία που κάποιος έχει τραβήξει για τον εαυτό του, συνήθως με ένα έξυπνο κινητό, τάμπλετ ή κάμερα, και την έχει ανεβάσει σε μια ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης». Ως «δραστηριότητα» την καταγράφει κανείς από τις κρεβατοκάμαρες έως τις κηδείες!
Πρόκειται τελικά περί εθισμού, ναρκισσισμού,   ανοησίας ή αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού φαινομένου;
Οι selfies μπορούν να θεωρηθούν ως ματαιοδοξία ή ναρκισσισμός, αλλά ως δραστηριότητα δεν είναι κάτι το νέο. Αντίθετα, ως συμπεριφορά καταγράφεται με μια διαφορετική μορφή εδώ και εκατοντάδες χρόνια, ξεκινώντας από τα πορτρέτα και τις αυτοπροσωπογραφίες. Η διαφορά είναι ότι παίρνει τις διαστάσεις μόδας και συνδέεται με τις σύγχρονες εμμονές των ανθρώπων να προβάλλουν με έναν ευπαρουσίαστο τρόπο τους εαυτούς τους στους άλλους.
Μπορεί να μοιάζει αστείο αλλά μπορεί να είναι και επικίνδυνο. Αστεία μπορεί να μοιάζει η αφέλεια του προέδρου Ομπάμα να χαριεντιστεί με την πρωθυπουργό της Δανίας στην κηδεία του Μαντέλα. Αστείο έως βλακώδες μπορεί να χαρακτηριστεί αυτό που έκανε ένας θεατής του Ποδηλατικού Γύρου του Δουβλίνου που αντί να βοηθήσει να σηκωθεί από το έδαφος τον πεσμένο και εξαντλημένο νικητή του αγώνα Μαρσέλ Κίτελ, τράβηξε μια φωτογραφία μαζί του χαμογελώντας με τον καταπονημένο ποδηλάτη.
Αλλά είναι κι επικίνδυνο. Ενας έφηβος στη Βρετανία αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει επειδή είχε αποτύχει να τραβήξει την τέλεια selfie του ή όπως αυτός νόμιζε. Ο εν λόγω έφηβος παρουσίασε τέτοια ψύχωση με την τέλεια  selfie, με αποτέλεσμα να σπαταλά 10 ώρες την ημέρα φωτογραφίζοντας τον εαυτό του φθάνοντας και τις 200 selfies την ημέρα. Οπως είχε πει στον βρετανικό Τύπο, «ήθελα τόσο πολύ να τραβήξω την τέλεια selfie κι όταν αντιλήφθηκα ότι δεν μπορούσα, πήγα να αυτοκτονήσω. Εχασα τους φίλους μου, σταμάτησα να πηγαίνω σχολείο και χειροτέρεψε η υγεία μου». Ο εθισμός και κατ’ επέκταση ο ναρκισσισμός που συνδέεται με αυτή τη συμπεριφορά έχουν να κάνουν με την προσήλωση των νεαρών ατόμων με τα κοινωνικά δίκτυα, την αυτοπαρουσίαση και την απήχησή τους στις εν λόγω ιστοσελίδες.
Το μεγάλο πρόβλημα με τη διάδοση του ψηφιακού ναρκισσισμού είναι ότι ασκεί τεράστια πίεση στους ανθρώπους να επιτύχουν ανέφικτους στόχους χωρίς να το αντιλαμβάνονται. Ο ένας παρουσιάζει τον εαυτό του ως ποδοσφαιριστή ή μποντιμπίλντερ, η άλλη ως τραγουδίστρια αναμένοντας όσο το δυνατό περισσότερα «likes» και τα καλά σχόλια από τους φίλους στο Διαδίκτυο. Προφανώς αυτή η συμπεριφορά συνδέεται άμεσα με τις εικόνες που τους προσφέρει η σύγχρονη κοινωνία του θεάματος και με τη συναφή ηθική των δημοφιλών ριάλιτι. Κάνοντας δηλαδή τα λιγότερα, να πετύχουμε τα περισσότερα! Σε μια δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε πέρυσι για λογαριασμό του κατασκευαστή έξυπνων κινητών της Samsung, διαπιστώθηκε ότι οι selfies αποτελούν το 30% των φωτογραφιών που λαμβάνονται από άτομα ηλικίας 18 έως 24 ετών.
Οι selfies σε ατομικό επίπεδο αποτελούν ένα ακόμη παράδειγμα της κατάρρευσης των ορίων μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής ζωής. Σε κοινωνικό επίπεδο ίσως να συνδέονται με την εμμονή των ανθρώπων να συσσωρεύουν αρχεία των εμπειριών τους μέσα από εικόνες, που χρησιμοποιούν για να προβάλλουν μια εικόνα του εαυτού τους προς τον έξω κόσμο.
Μια εικόνα που μπορούμε να την επεξεργαστούμε ή να τη φιλτράρουμε αλλά έχουμε και την αίσθηση ότι μπορούμε να τη διαγράψουμε. Σε τελική ανάλυση συνδέεται με την έλευση μιας νέας μορφής ορατότητας που συσχετίζεται άμεσα με την ψηφιακή εποχή. Εχει κυρίως να κάνει με την ανάγκη των απλών πολιτών στην εποχή της εικόνας να αποδράσουν από την ανωνυμία, να γίνουν έστω «ολίγον γνωστοί», να αποκτήσουν το μερίδιο της δημοσιότητας που τους αναλογεί στη ζωή τους.

Ο Στέλιος Παπαθανασόπουλος είναι καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.
*Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα tanea.gr, 23/06/2014
 
 
 
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Addley, E. (2014): “Picture this: how the selfie has captured a mood and become a social phenomenon”, The Guardian, 8 Μαρτίου, διαθέσιμο στο http://www.4-traders.com/TWITTER-INC-14772790/news/Twitter-Inc–Picture-this-how-the-selfie-has-captured-a-mood-and-become-a-social-phenomenon-18067863/ [τελευταία πρόσβαση 20/06/2014].
Andreasson, Karin (2014): ” The first ever selfie, taken in 1839 – a picture from the past”, The Guardian, 7 Μαρτίου, online διαθέσιμο στο http://www.theguardian.com/artanddesign/picture/2014/mar/07/first-ever-selfie-1839-picture-from-the-past#[τελευταία πρόσβαση 22/06/2014].
Baker, Wayne, E. (2005):  America’s Crisis of Values: Reality and Perception. Princeton, NJ: Princeton University Press.
BBC (2014): “Forget the Oscars: This group selfie truly made history”, 3 Μαρτίου, online διαθέσιμο στοhttp://www.bbc.com/culture/story/20140303-is-this-the-first-group-selfie [τελευταία πρόσβαση 22/06/2014].
ΒΒC News (2013): ” ‘Selfie’ named by Oxford Dictionaries as word of 2013″, 19 Νοεμβρίου, online διαθέσιμο στο http://www.bbc.com/news/uk-24992393 [τελευταία πρόσβαση 29/06/2014].
BBC News Magazine (2013): “Self-portraits and social media: The rise of the ‘selfie’ “, 7 Ιουνίου, online διαθέσιμο στοhttp://www.bbc.com/news/magazine-22511650 [τελευταία πρόσβαση 20/06/2014].
Castells, M. (2004): The Power of Identity. 2nd ed. Oxford: Blackwell.
Castells, M. (2009): Communication Power. New York: Oxford University Press.
Fausing, B. (2013): “Selfies and the Search for Recognition. See for Your Selfie”, διαθέσιμο στοhttp://www.scribd.com/doc/167602342/Selfies-and-the-Search-for-Recognition-See-for-your-Selfie [τελευταία πρόσβαση 20/06/2014]. 
Saltz, J. (2014): “Art at Arm’s Length: A History of the Selfie”, Vulture, 27 Ιανουαρίου,  διαθέσιμο στοhttp://www.vulture.com/2014/01/history-of-the-selfie.html [τελευταία πρόσβαση 22/06/2014].
Norris, P. (2000):  A Virtuous Circle: Political Communication in Postindustrial Societies. Cambridge: Cambridge University Press.
Papacharissi, Z. (2012): “Without You, I’m Nothing: Performances of the Self on Twitter”, International Journal of Communication, 6: 1989–2006.
Rantanen, T. (2005): The Media and Globalization. London: Sage.
Smith, Mikey (2014): “Is the selfie all down to a 1900s New York photographer?”, Mirror, 9 Φεβρουαρίου, online διαθέσιμο στο http://www.mirror.co.uk/news/weird-news/joe-byron-oldest-selfies-pictured-3127629 [τελευταία πρόσβαση 20/06/2014].
Visual Thesaurus (2013): “How ‘Selfie’ was born in Australia (and took over the world)”, 20 Νοεμβρίου, διαθέσιμο στοhttps://www.visualthesaurus.com/cm/blogexcerpts/how-selfie-was-born-in-australia-and-took-over-the-world/ [τελευταία πρόσβαση 20/06/2014].
[1] Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της αγγλικής γλώσσας καταγράφηκε αύξηση της τάξεως του 17,000%. Ο υπολογισμός πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια ενός ειδικού λογισμικού, που μπορεί και συλλέγει περίπου 150 εκατομμύρια αγγλικές λέξεις, οι οποίες χρησιμοποιούνται σήμερα στον διαδικτυακό κόσμο σε μηνιαία βάση (ΒΒC News, 2013).
[2] Σύμφωνα με τον Michael Pritchard, ιστορικό και γενικό διευθυντή της Royal Photographic Society, «είναι πιθανό να είχε ένα φίλο ή βοηθό για να κάνει την πραγματική έκθεση. Είναι πιο πιθανό τα πρώτα selfies να έγιναν λίγο αργότερα. Τα πρώτα κλείστρα με αυτο-χρονόμετρα ήταν διαθέσιμα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1880, και επέτρεπαν στο θέμα να μπει στο πλάνο πέντε ή δέκα δευτερόλεπτα. Ορισμένες κάμερες είχαν επίσης μεγάλα καλώδια, επιτρέποντας στο υποκείμενο να πατήσει το κλείστρο από απόσταση» (BBC News Magazine, 2013).

21 Ιουνίου 2012

Βεγορίτιδα-2010

Filed under: UNCLASSIFIED,Vegoritida — admin @ 16:29

Στα πλαίσια του μαθήματος Ψηφιακές Τέχνες πραγματοποιήθηκε επίσκεψη στη λίμνη Βεγορίτιδα (Άγιος Παντελεήμωνας) και έγινε συλλογή οπτικοακουστικού υλικού όσο αναφορά διάφορα χαρακτηριστικά του τόπου που σχετίζονταν με τη μοργολογία του , την οικολογική του διάβρωση, την ιστορική του ταυτότητα κ.α. Παράλληλα έγιναν καταφραφές και στη διάρκεια της διαδρομής από τη Φλώρινα στον υπο μελέτη τόπο.

Φωτογραφία: Ζήσης Μπλιάτκας

Δείγματα της Συλλογής

5 Μαΐου 2009

Mona Hatoum

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 13:23

29 Απριλίου 2009

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 10:11



Antony Gormley

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 10:09

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 10:01





Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 09:55





Antony Gormley

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 09:49

Antony Gormley was born in London in 1950. Upon completing a degree in archaeology, anthropology and the history of art at Trinity College, Cambridge, he travelled to India, returning to London three years later to study at the Central School of Art, Goldsmiths College and the Slade School of Art.

Over the last 25 years Antony Gormley has revitalised the human image in sculpture through a radical investigation of the body as a place of memory and transformation, using his own body as subject, tool and material. Since 1990 he has expanded his concern with the human condition to explore the collective body and the relationship between self and other in large-scale installations like Allotment, Critical Mass, Another Place, Domain Field, and Inside Australia. His recent work increasingly engages with energy systems, fields and vectors, rather than mass and defined volume, evident in works like Clearing, Blind Light, Firmament and Another Singularity.

Antony Gormley’s work has been exhibited extensively, with solo shows throughout the UK in venues such as the Whitechapel, Tate and the Hayward galleries, the British Museum and White Cube, and internationally at museums including the Louisiana Museum in Humlebaek, the Corcoran Gallery of Art in Washington DC, the Irish Museum of Modern Art in Dublin, and the Kölnischer Kunstverein in Germany. Blind Light, a major solo exhibition of his work, was held at the Hayward Gallery in 2007.

He has participated in major group shows such as the Venice Biennale and the Kassel Documenta 8. His Field has toured America, Europe and Asia. Angel of the North and, more recently, Quantum Cloud on the Thames in Greenwich are amongst the most celebrated examples of contemporary British sculpture. One of his key installations, Another Place, is to remain permanently on display at Crosby Beach, Merseyside.

He was awarded the Turner Prize in 1994 and the South Bank Prize for Visual Art in 1999 and was made an Order of the British Empire (OBE) in 1997. In 2007 he was awarded the Bernhard Heiliger Award for Sculpture. He is an Honorary Fellow of the Royal Institute of British Architects, Trinity College, Cambridge and Jesus College, Cambridge, and has been a Royal Academician since 2003.

Field
(1991 – 2003)

From the beginning I was trying to make something as direct as possible with clay: the earth.

I wanted to work with people and to make a work about our collective future and our responsibility for it. I wanted the art to look back at us, its makers (and later viewers), as if we were responsible – responsible for the world that it (the work Field) and we were in. I have made it with help five times in different parts of the world.

The most recent is from Guangzhou, China, and was exhibited in Guangzhou, Beijing, Shanghai and Chongqing in 2003. It’s made from one hundred and twenty-five tons of clay energised by fire, sensitised by touch and made conscious by being given eyes.

The 200,000 body-surrogates completely occupy the space in which they are installed, taking the form of the building and excluding us, but allowing visual access.

It is always seen from a single threshold. The dimensions of the viewing area are equivalent to no less than one sixth of the total floor area of the piece. This viewing area is completely empty.

The viewer then mediates between the occupied and unoccupied areas of a given building. I like the idea of the physical area occupied being put at the service of the imaginative space of the witness.

Makers’ Instructions

I gave these instructions to the makers:

Take a hand-size ball of clay, form it between the hands, into a body surrogate as quickly as possible. Place it at arm’s length in front of you and give it eyes.

It was important that it was through the repeated action of touching, forming, placing apart from the body and making conscious, that each person found their own form. The extraordinary thing was the distinctiveness of the forms that were found.

Angel of the North
Gateshead (1998)

Is it possible to make a work with purpose in a time that demands doubt? I wanted to make an object that would be a focus of hope at a painful time of transition for the people of the north-east, abandoned in the gap between the industrial and the information ages.

The work is made of corten steel, weighs 200 tonnes and has 500 tonnes of concrete foundations. The mound near the A1 motorway which was the designated site of the sculpture was made after the closure of the Lower Tyne Colliery, out of the destroyed remains of the pithead baths. It is a tumulus marking the end of the era of coal mining in Britain.

The Angel resists our post-industrial amnesia and bears witness to the hundreds and thousands of colliery workers who had spent the last three hundred years mining coal beneath the surface.

The scale of the sculpture was essential given its site in a valley that is a mile and a half a mile wide, and with an audience that was travelling past on the motorway at an average of 60 miles an hour.

The exo-skeleton seemed the best solution for transforming a self-supporting fibreglass and lead structure into an object 10 times life-size, or 20 m high. It uses the Tyneside engineering vernacular of ships and the Tyne Bridge, to produce a strong structure that would withstand the prevailing south-easterly winds. This has the added advantage of giving the form a strong surface articulation that deals equally well with volume and light.

We made a series of models to work out how this was going to work: the challenge was to transfer a rib structure that radiates from a central axis in the bodyform onto the wings, and the solution was to have an increasing distance between the ribs, suggesting a broadcasting of energy.

The work stands, without a spolight or a plinth, day and night, in wind, rain and shine and has many friends. It is a huge inspiration to me that the Angel is rarely alone in daylight hours, and as with much of my work, it is given a great deal through the presence of those that visit it.

8 Απριλίου 2009

KAI AUTO..

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 20:41

http://www.youtube.com/watch?v=iiN7CNJO1gI

SIGNATURE

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 20:31

KAI NAI….Η ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΟΥ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ…ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΙΟ ΩΡΑΙΑ ΑΝΙΜΑΤΙΟΝ ΠΟΥ ΕΧΩ ΔΕΙ(ΜΟΥΣΙΚΗ ΦΟΒΕΡΗ…)
http://www.youtube.com/watch?v=ehKA8vi2EbE

MICHAL ROVNER VIDEO

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 20:06

http://marceartvlog.blogspot.com

MICHAL ROVNER

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 19:55

Rovner, Michal

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 19:13

Rovner, Michal: “Michal Rovner: Fields

Essays by Rιgis Durand, Sylvθre Lotringer and Mordechai Omer.

Video artist Michal Rovner’s unique and ever-expanding alphabet is built of tiny depictions of the human figure. Fields documents her work in this vein over the past three years, including Data Zone, which combines the sculpture and video from her acclaimed solo exhibition in the 2003 Venice Biennale; documentation of the video installation Time Left; works from the project In Stone, including stone moving ‘texts;’ and notebook vitrines. Her recent collaboration with the composer Heiner Goebbels, Fields of Fire, which was made following a trip to Kazakhstan, depicts oil-field fires in a landscape that recalls both the fluid ink brush of the Soong and T’ang dynasty and the hyperkinetic pen of the seismograph: the notion of landscape is transformed from the symbol of constancy to an engine of metamorphosis.”

ΕΛΕΝΗ ΚΕΣΙΣΟΓΛΟΥ: SHIRIN NESHAT

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 14:43













lkjhkpjh

Evi Panteleon,Lucian Freud

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 09:01

Thus spake Freud

“I paint the sort of paintings I can, not the ones I necessarily want.”

“I want paint to work as flesh… my portraits to be of the people, not like them. Not having a look of the sitter, being them … As far as I am concerned the paint is the person. I want it to work for me just as flesh does.”

“I could never put anything into a picture that wasn’t actually there in front of me. That would be a pointless lie, a mere bit of artfulness.”

“The painting is always done very much with [the model’s] co-operation. The problem with painting a nude, of course, is that it deepens the transaction. You can scrap a painting of someone’s face and it imperils the sitter’s self-esteem less than scrapping a painting of the whole naked body.”

“I don’t want any colour to be noticeable… I don’t want it to operate in the modernist sense as colour, something independent… Full, saturated colours have an emotional significance I want to avoid.”

“Since the model he so faithfully copies is not going to be hung up next to the picture … it is of no interest whether it is an accurate copy of the model. Whether it will convince or not, depends entirely on what it is in itself, what is there to be seen. The model should only serve the very private function for the painter of providing the starting point for his excitement. The picture is all he feels about it, all he thinks worth preserving of it, all he invests it with. If all the qualities which a painter took from the model for his picture were really taken, no person could be painted twice.”

“The aura given out by a person or object is as much a part of them as their flesh. The effect that they make in space is as bound up with them as might be their colour or smell … Therefore the painter must be as concerned with the air surrounding his subject as with the subject itself. It is through observation and perception of atmosphere that he can register the feeling that he wishes his painting to give out.”

“A painter must think of everything he sees as being there entirely for his own use and pleasure. … And, since the model he faithfully copies is not going to be hung up next to the picture, since the picture is going to be there on its own, it is of no interest whether it is an accurate copy of the model.”

Lucian Freud, painter







4 Απριλίου 2009

Barbara Kruger

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — Ετικέτες: — admin @ 10:24

Barbara Kruger (born 1945) is an American conceptual artist. She was born in Newark, New Jersey and left there in 1946 to attend Syracuse University. after a year at Syracuse, she moved to New York, where she began attending Parsons School of Design. She studied with Diane Arbus and Marvin Israel, who, as a graphic designer and art director for Harper’s Bazaar in the 1960s, introduced Kruger to photographers and fashion/magazine sub-cultures. after a year at Parsons, Kruger left school and started to work at Mademoiselle magazine as an entry-level designer.

Much of Kruger’s graphic work consists of black and white photographs with overlaid captions set in white on red Futura Bold Oblique. The phrases included in her work are usually declarative, and make common use of such pronouns as “you”, criticism of sexism ant the circulation of power within cultures is a recurring motif in the work.

For the past decade Kruger has created installations of video, film, audio and projection. Enveloping the viewer with the seductions of direct address, her work is consistently about the kindnesses and brutalities of social life: about how we are to one another.

Kruger’s works are direct and evoke an immediate response. usually her style involves the cropping of a magazine or newspaper image enlarged in black and white. The enlargement of the image is down as crudely as possible to monumental proportions. A message is stenciled on the image, usually in white letters against a background of red. The text and image are unrelated in an effort to create anxiety by the audience that plays on the fears of society”. (Janson. p. 992).

In 2005 Kruger was honored at the 51st Venice Bienalle with the “Golden Lion” for Lifetime Achievement. Kruger is currently a professor at the University of California at Los Angeles.

In 2007, Kruger was one of the many artists to be a part of South Korea’s Incheon Women Artists’ Bienalle in Seoul. This marked South Korea’s first women’s biennial.

Links:
www.barbarakruger.com
en.wikepedia.org/wiki/Barbara_Kruger


3 Απριλίου 2009

Colin Miller

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — admin @ 08:26


Colin Miller has been sculpting since 1966, ten years of which he spent living and working in Greece. He lives and works in Blakeney, North Norfolk, England.

He works in bronze, marble, English stone and varying woods, particularly olive wood. Colin Millers work is both figurative and abstract and is characterised by its sensual and tactile qualities, combined with his use of natural elements and forms. Nature, Greek mythology and the phenomenon of Creation are his principal sources of inspiration. He likes to keep his ideas and themes varied with no limitations. The human figure plays an important part in his work, which moves freely from abstraction to representation.

Dan Graham

Filed under: UNCLASSIFIED,ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ-ARTISTS — Ετικέτες: — admin @ 08:00
Dan Graham (1942, Urbana, Illinois) is a conceptual artist now working out of New York City. He is an influential figure in the field of contemporary art, both a practitioner of conceptual art and an art critic and theorist. His art career began in 1964 when he moved to New York and opened the John Daniels Gallery. Graham’s artistic talents have wide variety. His artistic fields consist of film, video, performance, photography, architectural models, and glass and mirror structure. Graham especially focuses on the relationship between his artwork and the viewer in his pieces. Graham made a name for himself in the 1980’s as an architect of conceptual glass and mirrored pavilions.
He is among the most influential of the Conceptual artists who emerged in America during the mid-1960s. A pioneer in performance and video art in the 1970s, Graham later turned his attention to architectural projects designed for social interaction in public spaces, among them The Children’s Pavilion (1989), conceived with Jeff Wall. Since the 1990s Graham has received major public commissions throughout North America and Europe. His writings range from early Conceptual Art pieces inserted in mass-market magazines to texts about his fellow artists.

Dan Graham’s glass-and-metal pavilions–minimalistic structures that deal with perceptual paradox–were the highlights of several recent shows that surveyed the artist’s work.

One of the intriguing and frustrating aspects of Dan Graham’s work is its sheer variety. Over the past 25 years Graham has carried out performances, installations, video works, photographs and, most recently, architectural-scale glass pavilions; in addition, he has published a substantial body of critical and speculative writing. By attempting to explore Graham’s work in all its complexity, the recent retrospective organized by the Nouveau Musee in Lyons went much further than previous shows (or, for that matter, the traveling exhibition “Dan Graham: Public/Private,” soon to be on view at the Art Gallery of Ontario). In part, this was because the sparsely installed Nouveau Musee exhibition encouraged visitors to discover and trace the connecting threads that run throughout Graham’s production.

The survey included about 24 works, ranging from Graham’s Conceptual pieces of the mid-’60s to his recent and proposed glass pavilions. While the show focused primarily on these structures–presented via photographs, models and various full-scale constructions–it sought at the same time to avoid the sorts of misunderstandings that arise when Graham’s works are considered as examples of “architecture” or “sculpture.” Graham quite deliberately blurs such boundaries in conceiving, executing and exhibiting his work. For example, in discussing the architectural models which formed the nucleus of the Nouveau Musee show, Graham said:

My purpose is to use these models as tools of propaganda to generate commissions for similar works, possibly including some (more pragmatic) alterations that adapt the project according to a specific site. I also use such models because of their ambiguity, since it is difficult to clearly define them as “artistic” or architectural works.

This kind of intentional ambivalence about the nature of specific works is characteristic of Graham’s method. The point was underscored in Lyons by presenting some of his models alongside finished, full-scale pavilions. Sometimes these models are “projects” which Graham never really expects to have built, as with Alteration to a Suburban House (1978), which was conceived from the start as a theoretical demonstration. But at other times, particularly with the glass pavilions, the models serve as an intermediary design stage. In order to understand how Graham’s work has developed and changed, the visitor must be able to recognize the crucial distinction between the “final” models of the early 1970s and the “provisional” models for pavilions of the ’80s.

For instance, there were three small-scale models of his recent Gift Shop/Coffee Shop (1989) in the show, each representing a different version of the project, as well as a completed pavilion. By siting the full-scale work within the museum’s neutral, indoor exhibition space, Graham and the curators forced visitors to puzzle over how to approach it: as a sculpture within an exhibition or, in the artist’s words, “as something real and permanent–in short an architectural Work.”

Graham’s earliest work grew out of the New York art milieu of the mid-1960s. In 1964 he and a friend opened a Manhattan gallery dedicated to avant-garde art. The gallery lasted only a year, but it brought Graham in contact with figures like Robert Smithson, Jo Baer, Dan Flavin and Donald Judd. Not long after, Graham began to formulate his own art projects, which reflected concerns shared by his Minimalist and Conceptualist peers: the notion of the art work as a “structure of information” rather than a physical object, the nature of the spectator’s perceptual experience within the gallery space, and the effect (both aesthetic and economic) of the reproduction of art works in magazines.

For example, Graham investigated the effects of art’s “technical reproduction” by making Conceptual pieces meant to exist solely as texts appearing in the advertising or editorial sections of various magazines. Works such as Schema, Figurative and Homes for America (all 1966) were published in both avant-garde journals and general circulation magazines, ranging from Art and Language to Arts Magazine to Harper’s Bazaar. Schema, which resembles a Minimalist poem, is simply a list of the technical specifics of its own presentation: the number of words and letters printed, the name of the paper stock and type-face used, the paper size and so on. Since the particulars change with each publication in different journals, Schema exists both as a purely conceptual “data field” and as a series of varying physical incarnations. Homes for America, a photo-and-text essay on the permutations of colors and architectural styles of suburban tract houses, was published in Arts Magazine in 1967. But the piece might also be regarded as an unpredictable mix of Conceptual art and cultural criticism, in which postwar housing developments are treated as examples of “serial logic” and minimalist form.

Links

http://en.wikipedia.org/wiki/Dan_Graham
http://the-artists.org/artist/Dan-Graham/

« Newer Posts

Powered by WordPress

error: Content is protected !!