Selected Courses on Digital Art-UOWM

13 Δεκεμβρίου 2012

ΚΡΕΟΠΩΛΕΙΟ

Filed under: Notes — admin @ 05:15
http://www.slang.gr/lemma/show/kreopoleio_19297

1. κρεοπωλείο

Ορισμός: 7
Λήμμα: 8

1. Ως εμφάνιση: Ο πολύ χοντρός άνθρωπος. Δηλαδή αυτός που έχει κρέατα όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για να πουλήσει το απόθεμα σε άλλους. Το -πωλείο εδώ μπορεί να συσχετισθεί και με το -εμπορας, λ.χ. στα κακαδέμποραςκουραδέμπορας, όπου κάποιος εμφανίζεται να προτείνει προς πώληση αηδιαστικά μέρη του κορμιού του (και μεταφορικώς βεβαίως) ή με το αγγλικό -monger. Στο κρεοπωλείο βέβαια η έμφαση είναι περισσότερο στην περίσσεια των κρεάτων που επαρκούν και για εξαγωγή. Κυρίως λέγεται ως κινητό κρεοπωλείο.

2. Στο μπουρδελοϊδίωμα είναι περίπου συνώνυμο του μπριζολάδικο, δηλαδή σημαίνειευαγές ίδρυμα όπου προσφέρεται πλήρες σεχ. Βέβαια πρόκειται περισσότερο για ασθενή μεταφορά παρά για παγιωμένο τεχνικό όρο, όπως το μπριζολάδικο. Μια μεταφορά, η οποία έχει κάπως ηθικολογική χροιά και καυτηριάζει το γεγονός ότι πωλείται πλήρες σεξ, ως μή όφειλε. Λ.χ. θα χαρακτηριστεί λιγότερο ως κρεοπωλείο ένα μπουρδέλο, ενώ περισσότερο ένα στριπτιτζάδικο ή μασατζίδικο ή άλλα μέρη που δεν προσφέρουν επίσημα παρόμοιες υπηρεσίες. Η μεταφορά κρεοπωλείο θίγει εν προκειμένω α) το ότι δεν υποτίθεται ότι προσφέρεται η πλήρης αυτή υπηρεσία στο εν λόγω γαμαζί, β) ότι αυτό παρ΄ όλαφ τα γίνεται με την ενθάρρυνση της διεύθυνσης του γαμαζιού και όχι από πρωτοβουλία μιας επιμέρους κορασίδας. Εφόσον βέβαια πρόκειται για απλές μεταφορές, η χρήση ποικίλλει.

Εξάλλου, ο όρος κρεοπωλείο χρησιμοποιείται ευρύτερα ως ηθικολογική μεταφορά για να καυτηριαστεί η επίδειξη ή σεξουαλική εργαλειοποίηση ανθρώπινης σάρκας, λ.χ. και σε παραλίες, πλατείες, νυφοπάζαρα και όπου.

– Τον φίλο σου, το κινητό κρεοπωλείο τι τον έφερες; Αφού έχει τον γκομενοδιώκτη.

– Παλιά κάναμε και τον χαβαλέ μας στο γαμαζί, πίναμε το ποτάκι μας, λέγαμε καμιά μαλακιούλα. Τώρα που έχει γίνει κρεοπωλείο και μαζεύεται όλη η καυλοπιτσιρικαρία στην ουρά για να κουρτινιάσει, τι να ευχαριστηθείς;
(Παράπονο πουρέιτζερ για την εκτράχυνση των γαμαζιών).

ΞΣΨΞΔΑΣΨΗΞΨ

Μεταφράσεις σε Αγγλικά:

edit

(formal) butcher’s, butcher’s shop

Μεταφράσεις σε Γαλλικά:

editboucherie (noun, )

Κατά το Προεδρικό αυτό Διάταγμα νοείται:  
α) Κρεοπώλης: Ο ιδιοκτήτης ή ο υπάλληλος κρεοπωλείου ή ο τεχνίτης εργαστηρίου
επεξεργασίας και τυποποίησης κρέατος,  που είναι κάτοχος διπλώματος Σχολής
Επαγγέλματος Κρέατος,  ο οποίος ασχολείται στο κρεοπωλείο ή στο εργαστήριο με
τον τεμαχισμό,  την αποστέωση,  την περιποίηση,  την παρουσίαση ή και τη διάθεση
για εμπορία του κρέατος των σφάγιων ζώων  (μεγάλα και μικρά μηρυκαστικά και
χοίροι), πτηνών (όρνιθες, ινδιάνοι, μελεαγρίδες, πάπιες, χήνες, περιστέρια), κονίκλων
και μεγάλων ή μικρών τριχωτών ή πτερωτών θηραμάτων.  
β) Παραδοσιακός κρεοπώλης: Ο ιδιοκτήτης ή ο υπάλληλος κρεοπωλείου ή ο τεχνίτης
εργαστηρίου επεξεργασίας και τυποποίησης κρέατος,  ο οποίος ασχολείται με
εμπειρικό τρόπο επί δύο τουλάχιστον έτη πριν από την έκδοση του παρόντος
Προεδρικού Διατάγματος με τις αναφερόμενες στην περίπτωση (α) δραστηριότητες.  γ) Κρεοπωλείο: Το ανεξάρτητο κατάστημα ή ο ειδικός χώρος πολυκαταστήματος που
πληρεί τους όρους του ανεξάρτητου καταστήματος, στο οποίο διατίθεται για εμπορία
το κρέας των αναφερομένων στην περίπτωση  (α)  σφάγιων ζώων και όπου
διενεργείται ο τεμαχισμός, η αποστέωση, η περιποίηση, η παρουσίαση και η διάθεση
των κρεάτων.  
Οι εργασίες τεμαχισμού,  αποστέωσης,  περιποίησης και παρουσίασης των κρεάτων
μπορεί να διενεργούνται στον ίδιο χώρο του κρεοπωλείου όπου γίνεται η διάθεση για
εμπορία των κρεάτων, σε παρακείμενο προς την αίθουσα διάθεσης για εμπορία των
κρεάτων χώρο του κρεοπωλείου ή και σε εντελώς ανεξάρτητο από το κρεοπωλείο
εργαστήριο τεμαχισμού κρεάτων.  
δ)  Εκδοροσφαγέας:  Το άτομο που ασχολείται,  σε ένα σφαγείο,  με τις εργασίες
αναισθητοποίησης, σφαγής, εκδοράς, εκσπλαχνισμού και παρουσίασης των σφάγιων
ή των ημιμορίων και τεταρτημορίων των αναφερομένων στην περίπτωση (α) σφάγιων
ζώων, ο οποίος είναι κάτοχος διπλώματος Σχολής Επαγγελμάτων Κρέατος.  
ε) Παραδοσιακός εκδοροσφαγέας: Το άτομο που ασχολείται σε ένα σφαγείο με τις
εργασίες αναισθητοποίησης, σφαγής, εκδοράς, εκσπλαχνισμού και παρουσίασης των
σφαγίων ή των ημιμορίων και τεταρτημορίων των αναφερομένων στην περίπτωση (α) 
σφάγιων ζώων με εμπειρικό τρόπο,  δύο έτη τουλάχιστον πριν από την έκδοση του
παρόντος.  
στ) Σχολή Επαγγελμάτων Κρέατος (ΣΕΚ):  
Οι Σχολές της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου έχουν:  
α)  Εκπαιδευτική,  β)  Ενημερωτική και γ)  Ερευνητική αποστολή,  δικαιοδοσίας και
δραστηριότητα σε θέματα:  
αα) Τεχνολογίας σφαγείων, συστηματικής διαδικασίας σφαγής και επεξεργασίας των
διαφόρων ειδών σφάγιων ζώων, παραγωγής και προετοιμασίας του κρέατος αυτών. 
ββ) Επεξεργασίας και αξιοποίησης των διαφόρων παραπροϊόντων και υποπροϊόντων
σφαγής των παραγωγικών ζώων.  
γγ) Υγιεινής παραγωγής, επεξεργασίας, διακίνησης και συντήρησης του κρέατος και
των προϊόντων του.  
δδ) Εμπορίας και διαμόρφωσης των τιμών των κρεάτων των διαφόρων κατηγοριών
σφάγιων ζώων.  
εε) Ποιοτικής κατάταξης (ταξινόμησης) των σφάγιων των παραγωγικών ζώων.  
στστ)  Ακόμη στον κύκλο των αρμοδιοτήτων των Σχολών περιλαμβάνονται η
επιμόρφωση των κτηνιάτρων των περιφερειακών υπηρεσιών στην ταξινόμηση των
σφάγιων,  η περιοδική ενημέρωση,  εποπτεία και συντονισμός του έργου των,  η
συλλογή και αξιολόγηση των κατά περίπτωση στοιχείων της ταξινόμησης και η
εκπροσώπηση της χώρας μας στα αρμόδια Κοινοτικά Οργανα για τεχνολογικά.  

Δεν υπάρχουν Σχόλια »

No comments yet.

RSS feed for comments on this post. TrackBack URL

Leave a comment

Powered by WordPress

error: Content is protected !!